παραβλήματα

παραβλήματα
παράβλημα
that which is thrown beside
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κατάφραχτος — και κατάφρακτος, η, ο (AM κατάφρακτος, ον, Α αττ. τ. και κατάφαρκτος, ον) [καταφράσσω] 1. αυτός που είναι φραγμένος από παντού, περίφρακτος, περίκλειστος 2. (για ιππείς και για άλογα) αυτός που έφερε πανοπλία, καταφράκτη*, δηλ. θώρακα και άλλα… …   Dictionary of Greek

  • περιζώστρα — η, ΝΜΑ νεοελλ. 1. ζώνη γύρω από κάτι 2. νεοελλ. σχοινί γύρω από τη βάρκα για να κρεμιένται παραβλήματα που τήν προφυλάσσουν από προσκρούσεις στην προβλήτα ή με άλλα πλοία μσν. αρχ. ζώνη γύρω από κάτι αρχ. ταινία από ύφασμα δεμένη γύρω από στεφάνι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”